Η καλλιτεχνική πορεία του Fabrizio de Andrè είναι αυτή που παρουσιάζεται στο παρακάτω άρθρο. Σε προηγούμενο άρθρο είχαμε παρουσιάσει την προσωπικότητα του Ιταλού τραγουδοποιού.
Ο Ιταλός τραγουδοποιός (cantautore) Fabrizio de Andrè συμβάδισε με το φοιτητικό κίνημα της εποχής του, στην πόλη του, τη Γένοβα.
Αγαπούσε την πόλη του (Genova), με τα χρώματά της, το ιστορικό της κέντρο (il centro storico) και τη θάλασσά της.
Τα πρώτα του τραγούδια ήταν αρκετά ιδιαίτερα και αφορούσαν σκληρά γεγονότα.
Ίσως να είχε ζήσει μερικά από αυτά, όπως την αυτοκτονία του φίλου του cantautore Luigi Tenco, μετά από την αποτυχία του στο φεστιβάλ του Σαν Ρέμο (il Festival di San Remo).
Τα θέματα, λοιπόν, των τραγουδιών του σχετίζονταν με αυτοκτονίες, γυναίκες ελευθέρων ηθών, ναρκομανείς.
Ταυτόχρονα όμως, ο στίχος του ήταν ξεχωριστός και ποιητικός. Είχε διαβάσει πολύ ιταλική και ξένη ποίηση.
Έδωσε μια νέα πνοή στην ιταλική μουσική του ’60 και του ’70 και έγραψε τη δική του ιστορία.
Η πρώτη του επιτυχία ήταν «το τραγούδι της Μαρινέλλας» (la canzone di Marinella). Ανάμεσα στα αγαπημένα του τραγούδια ήταν «το στόμα της Ρόζας» (bocca di Rosa).
Σύμφωνα με τα λεγόμενα του φίλου του Paolo Villaggio, η Ρόζα δεν ήταν κάποιο υπαρκτό πρόσωπο, αλλά δημιούργημα της φαντασίας του.
Το τραγούδι του “Via del Campo” πήρε την ονομασία του από τον ομώνυμο δρόμο του ιστορικού κέντρου (centro storico) της Γένοβας.
Πολύ κοντά στο ιστορικό κέντρο, βρισκόταν και η πρώτη σχολή της προτίμησής του, στη Via Balbi.
Στην αγαπημένη του περιοχή Foce αφιέρωσε το τραγούδι του “le acciughe fanno il Pallone” γιατί την αντιπροσωπεύει.
Στον εκθεσιακό χώρο του Foce, έδωσε και μια από τις πρώτες του συναυλίες σε περιορισμένο κοινό φοιτητών, με τους οποίους μοιραζόταν την ίδια ιδεολογία.
Γενικά, δεν αγαπούσε την παρουσία του κοινού, γιατί, ενώ η συμπεριφορά του δεν το έδειχνε, στην ουσία ήταν αρκετά ντροπαλός.
Όσοι τον γνώρισαν, τον θυμούνται με τα μαύρα ίσια μαλλιά που του κάλυπταν το πρόσωπο.
Τα μαύρα ρούχα, την ίδια πάντα κιθάρα, ένα ποτήρι με ποτό δίπλα του, συντροφιά με το τασάκι και το τσιγάρο του όταν δεν έπαιζε. Σπάνια χαμογελούσε στο κοινό του.
Τα ωραιότερα τραγούδια του, εκτός από αυτά που ήδη αναφέραμε, είναι la Guerra di Piero, Carlo Martello, la Ballata di Mikè.
Τραγούδια που συγκινούν, που διηγούνται ιστορίες, ξεχωριστά ποιήματα.
Το 1978, γνωρίζει σε ένα στούντιο, την Ιταλίδα τραγουδίστρια Dori Ghezzi, την οποία παντρεύτηκε και απέκτησαν μια κόρη.
Εγκαταστάθηκαν στη Σαρδηνία και το 1979 έπεσαν θύματα απαγωγής για 4 μήνες.
Το τραγούδι “Hotel Supramonte” είναι αυτό όπου μιλά για την απαγωγή του.
Το 1990, μετά από 8 χρόνια απουσίας, συνθέτει το τραγούδι “Le nuriole”, εμπνευσμένος από το έργο του Αριστοφάνη.
Αγαπούσε τις ιταλικές διαλέκτους, ιδίως τη γενοβέζικη. Τη χρησιμοποίησε στο “ Creuza de ma” που του χάρισε το βραβείο καλύτερου δίσκου της δεκαετίας του ’80 (il miglior disco degli anni ’80).
Στις συνθέσεις του χρησιμοποίησε επίσης τη διάλεκτο της Σαρδηνίας καθώς και της Νάπολης.
Η Ιταλία τον τίμησε δίνοντας το όνομά του σε δρόμους, βιβλιοθήκες, πάρκα κλπ. και τα τραγούδια του διδάσκονται στα σχολεία.
Στις Σχολές Καπάτου διδάσκουμε την ιταλική γλώσσα και κουλτούρα και μέσω της μουσικής.
Ενημερωθείτε για τα νέα τμήματα ιταλικών, καλώντας στο 210 38 03 355.